σε δυο ώρες θα βρω νερό.
τότε που έφυγα
δεν έκλεισε η πόρτα πίσω.
πήδηξα πάνω
από το μεγάλο βουνό του εξώστη
και τώρα βαδίζω προς το άπειρο.
υδροχρώματα
σ' ένα τοπίο σεληνιακό.
εσύ ξένε,
έλα να διαβάσεις
τις γραμμές στο χέρι.
να μου πεις
για όσα ποτέ δεν έγιναν
και για τον δρόμο που μ' οδηγεί
και δεν τον βλέπω.
μυρίζω το νερό.
δεν έχω πια χέρια
αλλά δυο κεραίες
που αγγίζουν όνειρα και σκέψεις των ζώων.
πόσο φοβάσαι όταν δεν ξέρεις.
πόσο λυπάσαι όταν ξέρεις.
ακούω το νερό.
μετά το 22 έρχεται το μέλλον.
μετά το 16 αποφασίζεις.
τα βήματα γίνονται αναπνοές
και χαρίζουν τρία λουλούδια στον δρόμο.
πέρασε χρόνος.
πέρασε φόβος.
πέρασε και δεν έμεινε.
βλέπω το νερό.
με τα μάτια κλειστά
κοιτάς τον καθρέφτη της ψυχής
όσο ποτέ δεν τόλμησες.
αστρικό το σχέδιο
πίσω από το κεφάλι μου
που μεγαλώνει
σε κάθε τρίξιμο του χρόνου.
αγγίζω το νερό.
όλες οι ηδονές γίνονται μια σφαίρα
που θα εκτοξευτεί στο διάστημα.
περιμένω.
αντίστροφα θα γυρίσει ο χρόνος
όταν γελάσεις,
κόκκινο μου γρασίδι.
γεύομαι το νερό.
με τα ίδια ρούχα
έφυγα από την δουλειά
για να μείνω κάτω από το χώμα.
τώρα ήρθε η ώρα του νερού.
τα ψάρια πέταξαν
όταν χτύπησε το κουδούνι.
στον δρόμο
πνίγονται τα δάκρυα του κριού
πριν την έκρηξη του άρη.
σε δυο ώρες θα βρω φωτιά.